- μικρότητες
- μῑκρότητες , μικρότηςsmallness.fem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εκλεκτικισμός — Θεωρία που απορρίπτει τη μονομέρεια των διαφόρων φιλοσοφιών, οι οποίες παρουσιάστηκαν διαδοχικά στην ιστορία. Ο ε. υποστηρίζει ότι θεμελιώνει μια προοπτική, η οποία κατορθώνει να ενοποιήσει τις διάφορες απόψεις αντλώντας ό,τι θετικό και λιγότερο… … Dictionary of Greek
Αλεξάνδρου — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αλέξανδρος. Καταγόταν από τις Σπέτσες και πήρε μέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις της Σούδας κ.α. 2. Αποστολάκης. Καταγόταν από τις Σπέτσες και ήταν ιδιοκτήτης του πλοίου Άγιος Νικόλαος, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως… … Dictionary of Greek
Βάλσχαπ, Γκέραρντ — (Gerard Walschap, Λόντερζεελ 1898 – Αμβέρσα 1989). Φλαμανδός συγγραφέας. Αφού διετέλεσε συντάκτης καθολικών περιοδικών και, γύρω στο 1930, του Φόρουμ, απομακρύνθηκε σιγά σιγά από την εκκλησία, μέχρι την πλήρη ρήξη (1940). Άρχισε τη λογοτεχνική… … Dictionary of Greek
Υψηλάντης — I Επώνυμο παλιάς και αρχοντικής φαναριώτικης οικογένειας, γνωστής κυρίως για τη δράση της στη Μολδοβλαχία και τον ηγετικό της ρόλο στην Επανάσταση του 1821. Η προέλευση της ήταν από την Τραπεζούντα και οι παραδόσεις μιλούν για μερικά μέλη της που … Dictionary of Greek